Ο Γιώργος Ξένος στο κτήριο Κ. Παλαμά – Περιοδικό “Αντί”, Τεύχος 634, 9/6/1997

ΑΡΘΡΑ

του Θανάση Μουτσόπουλου

Ύστερα από μια αρκετά μεγάλη απουσία (η τελευταία του εμφάνιση ήταν στο ομαδικό «Περί Πάτρης», ακριβώς ένα χρόνο πριν), ο Γιώργος Ξένος επανακάμπτει με μια μνημειώδη έκθεση στο Κτήριο Κ. Παλαμά, το Πολιτιστικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Αθηνών, οργανωμένη από τον Πολιτιστικό Οργανισμό του Δήμου Αθηναίων.
Ανεξάρτητα από το ποιά στάση κρατήσει κανείς απέναντι στην (χρόνια) περιπέτεια του τελάρου και της ζωγραφικής (του πινέλου) γενικότερα, θα πρέπει να αναγνωρίσει στην παρουσία του Γιώργου Ξένου (γ. 1953) μια μοναδικότητα. Ένας από τους ελάχιστους (πόσους άραγε;) συγχρόνους έλληνες καλλιτέχνες που πείθουν για την επίμονη τους στη ζωγραφική επιφάνεια. Τι είδους; Δεν έχει καμία σημασία στην περίπτωση του αν το έργο είναι «χειρονομιακό, αφηρημένο, εξπρεσιονιστικό». Οΰτε άλλωστε και οι.(επιφανειακές) εκλεκτικές συγγένειες με καλλιτέχνες που καθόρισαν το λεξιλόγιο των τελευταίων χρόνων της ζωγραφικής όπως ο Twombly, ο. Pollock ή ακόμη (στα καθ’ ημάς) ο Μπουζιάνης, έχουν εν τέλει την οποιαδήποτε σημασία. Ο Ξένος χειρίζεται τους κώδικες της ζωγραφικής με τρόπο ανάλογο με αυτοΰ του ενορχηστριωτή σε συμφωνικά (μουσικά) έργα. Από τις σπουδές στη Beaux Arts του Παρισιού (1976-1982) έως την παραμονή στο ταραγμένο (και διχασμένο αρχικά) Βερολίνο του τέλους της προηγουμένης δεκαετίας. Σημείο-κατάληξη αυτής της φάσης, η απόκτηση έργων του από το περίφημο Pergamon Museum της ίδιας πόλης. Στο μεταξύ πολλές και σημαντικές, ατομικές και ομαδικές, εκθέσεις στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Τελευταία του ατομική εμφάνιση, η σημαντική έκθεση τον Οκτώβριο του 1993 στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιώς.
Στη φετινή του παρουσίαση στο κέντρο (κυριολεκτικά) της Αθήνας, ο ζωγράφος δεν παρουσιάζει ούτε πορτραίτα, ούτε γυμνά, ούτε τις γνωστές «Ελλάδες» του, ούτε τις περίφημες «Εκρήξεις» που είχε εκθέσει την προηγούμενη δεκαετία στη γκαλερί Jean Bernier. Αντ’ αυτών δείχνει, ένα σύνολο έργο που περικλείει εκατοντάδες εκρήξεις ανά δευτερόλεπτο. «Ένστικτα Τοπία» αποκαλεί ο ίδιος ο καλλιτέχνης αυτές τις ιδανικές απεικονίσεις της φύσης. Φανταστικά τοπία δηλαδή που μοιάζουν ιδανικά φιλοσοφικά συστήματα. «Βουνά που χάσανε τον ορίζοντα και πετάξανε», γράφει στα ημερολόγια του ο Ξένος. «Τέως Βουνά» αλλού. Και δέντρα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, θα προσθέταμε εμείς.
Το (πρωτοφανές) επίτευγμα.τής έκθεσης και του ίδιου του καλλιτέχνη είναι ότι εμφανίζει μια δουλειά που μοιάζει να βάζει τάξη στο χάος. Ή, αν προτιμάτε (είναι το ίδιο και το αυτό), να μετασχηματίζει την ασφυκτική γεωμετρία σε ένα καλειδοσκοπικό χάος. Οι πρόσφατες «θεωρίες του Χάους» βρίσκουν εδώ έναν απρόσμενο συνοδοιπόρο, μέσα από τα ζωγραφικά μέσα: Αν θεωρήσει κανείς ότι η (παραδοσιακή) γεωμετρία είναι ένα σύστημα αρκούντως αυταρχικό σε καλλιτεχνικό επίπεδο (συμπτωματικά και ορισμένες από τις τελευταίες τάσεις της αρχιτεκτονικής τείνουν να την ξεπεράσουν υιοθετώντας -κάτι αυτονόητο- ακόμη πιο σύνθετα μαθηματικά μοντέλα), τότε ο ανταρτοπόλεμος που διεξάγει ο Ξένος ανάμεσα στα συστήματα γεωμετρία/φύση ή ακόμη πειθαρχία/αναρχία μοιάζει λογικός (και γοητευτικός) δρόμος. Πρωτόγονος και ταυτόχρονα συστηματικός και οργανωμένος. Αντίφαση άραγε; Αντιθέτως εδώ είναι που διαφαίνεται ότι οι ομοιότητες με την «σκουπιδόαισθητική» του Twomby δεν είναι τίποτε άλλο από έναν στρατηγικό ελιγμό. Αν η αποθέωση της «χειρονομίας», τα Άγια των Αγίων πολλών ζωγράφων της αφαίρεσης αφήνει μια αίσθηση συνθετικά ανολοκλήρωτου προς όφελος ακριβώς της πινελιάς, εδώ κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Ο Ξένος αντί να (προσπαθήσει να) απεικονίσει τη Φύση -η ζωγραφική ως «μίμηση» είναι σαφές ότι έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της- προσαρμόζει την ίδια τη Φύση στο δικό του, ζωγραφικό οικοσύστημα. Πάνω στο οργανωμένο (πλην όμως μη ευκλείδειο) κάνναβο του καλλιτέχνη «φυτεύονται» ρυθμικά στοιχεία φύσης.
Η αφαίρεση εδώ παίζει το ρόλο της σχηματοποίησης, στοιχείο απαραίτητο προκειμένου ο καλλιτέχνης να μπορεί να μανιπουλάρει το υλικό του μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Έτσι το κάθε κομμάτι του έργου του γίνεται αμφίσημο: Είναι ένα δέντρο αλλά είναι και ένα παραλήρημα πινελιών και χρώματος. (Και το σύνολο) Έίναι ένα -περιέργως ξεκάθαρα ελληνικό- Τοπίο αλλά είναι και ένα περίεργο γεωμετρικό σύστημα. Ένα ζουμάρισμα μπρος-πίσω πάνω στις (συνήθους τεράστιες) επιφάνειες που κατασκευάζει, μας αποκαλύπτει το μυστικό: Είναι Φύση η μονάδα αλλά είναι Φύση και το Όλον. Πρόκειται, κατά τα φαινόμενα, για μια εννοιολογική σπαζοκεφαλιά στα ίχνη του Duchamp. Αλλά και ένα γλέντι που δεν έχει τίποτα να κάνει με τον (συχνό) πουριτανισμό του Μοντερνισμού. Μια πρώτη ματιά εμφανίζει ένα χαώδες αποτέλεσμα, μια (μισόκλειστη) δεύτερη ένα συστηματικά οργανωμένο σύνολο, μια τρίτη έχει ενδεχομένως ενορατικές προεκτάσεις. Και τελικά εδώ είναι που θα δικαιωθεί και η (φαινομενικά αναχρονιστική) επιλογή τού ζωγραφικού μέσου.
Αυτά τα πράγματα (παρά τη συγγένεια σκέψης με την Κυβερνητική) ίσως δεν μπορούν να γίνουν με άλλο οπτικό μέσον εκτός της ζωγραφικής – του πινέλου. Μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Όμως είναι φανερό σε καμία περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε με έναν «κολορίστα» ζωγράφο. Γι αυτόν, το χρώμα είναι ένα (ακόμη) εργαλείο στη μέθοδο του. Μια μέθοδο που έχει ίσως πολύ πιο πολλά να κάνει με τους τρόπους της μουσικής: Ρυθμός, Αντίστιξη, Κρεσέντο. Όροι που ταιριάζουν πιο πολύ στη ζωγραφική του παρά το γνωστό «πολύχρωμο» λεξιλόγιο της ζωγραφικής. Κάθε δέντρο ανάμεσα στα εκατοντάδες άλλα που στήνονται ρυθμικά στη σύνθεση δεν είνα παρά ένα σημείο στίξης, που όμως εμπεριέχει ένα κομμάτι «φύσης» μέσα του, που σημαίνει ότι είναι αύταρκες και άπειρο Τελικά είναι- μια ιστορία πυκνοτήτων κα ρυθμών. Musique concrète για τα μάτια δηλαδή. Ένας Pierre Schaeffer του τελάρου είναι ο Γιώργος Ξένος, και όχι ένας νέος εξπρεσιονιστής όπως θα παρατηρήσουν όσοι μείνουν στο πρώτο επίπεδο.
Καθόλου περίεργη τελικά η (στενή) σχέση τού ζωγράφου με τον ποιητή Νίκο Καρούζο. Βρήκε το δοχείο της στην προσωπική σύμπνοια, όσο ακόμα ο τελευταίος ζούσε, αλλά συνέχιζε ένα διάλογο σε δεύτερο (ζωγραφικό) πρόσωπο μέχρι σήμερα. Αυτό το στοιχείο εξηγεί πολλά. Αυτό είναι, «το Ελάχιστο Πολύ» όπως αποκαλεί τη ζιογραφική του ο Ξένος.
Ίσως η ζωγραφική με τη μεγαλύτερη δόση εικονικής πραγματικότητας που κυκλοφορεί.
(Κτίριο Κ. Παλαμά (Ροζ Κτίριο), Ακαδημίας & Σίνα 14-26 Μαΐου).