Μοναχική Πορεία στην Τέχνη – Η Καθημερινή, 26/10/2000

ΑΡΘΡΑ

της Πέγκυ Κουνενάκη

Η δουλειά του λειτουργεί πάντα ως αναφορά για τους άλλους ζωγράφους. Για τους υπόλοιπους θεατές η ζωγραφική του αποτελεί ρωγμή στην υπαρξιακή τους αγωνία, ματιά στα ενδότερα της δημιουργίας με την ευρεία έννοια, αναφορά σε σύμβολα παλαιότερων πολιτισμών που διεκδικούν το παρών τους στο σύγχρονο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι. Ο Γιώργος Ξέvos μέσα από έναν πολύπλευρο προβληματισμό αναζητά την ουσία της ζωγραφικής, επιδιώκει να ανασύρει το αρχέτυπο για να το προβάλει στο παρόν.
Με έναν τρόπο ρεαλιστικό αλλά ταυτόχρονα και συμβολικό, μοιάζει να θέτει σειρά ερωτημάτων γύρω από την τέχνη και τη ζωή. Μέσα από τα λιτά, άκρως υπαινικτικά αλλά ταυτόχρονα τόσο έντονα αποτυπωμένα στο ασυνείδητο του θεατή ζωγραφικά έργα του (θα παρουσιάζονται έως τις 22 Νοεμβρίου στο Αρτ Φόρουμ «Βίκλα» της Θεσσαλονικης), «επιδιώκει να μεταλλάξει το αόρατο σε ορατό, να επιβάλει μιαν άλλη γεωμετρία που θα ενέχει μέσα της την υπέρβαση. Στόχος του, η συνύπαρξη της τάξης με την αταξία, η εικονική ενορχήστρωση ως κοινωνικό μοντέλο».
Ο Ξένος αντλεί την έμπνευση του από τη φύση και την επιστήμη. «Η συνειδητοποίηση του φυσικού ασκεί επάνω μου μεγάλη γοητεία.
Ακόμη, λαμβάνοντας υπόψη μου ολόκληρο το φάσμα των πολιτισμών από την Άπω Ανατολή έως τους Αζτέκους, με απαύγασμα τον ελληνικό με τον οποίο έχω κυτταρική σχέση, αρέσκομαι να δημιουργώ μια αλχημεία εικόνων τους με το σήμερα».

Εξπρεσιονισμός – μινιμαλισμός.
Ο εξπρεσιονισμός αλλά και ο μτνιμαλισμός κυριαρχούν στη ζωγραφική του. Ο ίδιος θεωρεί ότι τα δύο αυτά κι νήματα, που αποτελούν τους βασικότερους σταθμούς στην τέχνη της τελευταίας χιλιετίας, τον βοήθησαν να καταλάβει το πως παγιδεύεται το αόρατο από το ορατό. « Ο εξπρεσιονισμός με επηρέασε ως προς την έκφραση του ψυχισμού και ο μινιμαλισμός στο να κατακτήσω τη λιτότητα στην οποία φτάνεις όταν είσαι πλήρης. Όμως, πέρα από αυτά, στην τέχνη πρέπει να πορεύ¬εσαι μοναχός και να είσαι ειλικρινής γιατί αλλιώς σε εκδικείται. Οταν είναι μόνο μίμηση παύει να υφίσταται ως τέχνη». Η ζωγραφική αποτελεί για τον καλλιτέχνη μια εντελώς προσωπική υπόθεση, η οποία όμως παύει να έχει αυτή τη χροιά από τη στιγμή που το έργο τέχνης εκτίθεται. «Από εκεί και πέρα τα πράγματα ξεφεύγουν από τα όρια του προσωπικού και γίνονται κοινωνική υπόθεση. Η εικόνα γίνεται ο πιο σύντομος δρόμος για να αντιληφθεί κανείς τα πράγματα, και μάλιστα με μεγάλη ταχύτητα που πλησιάζει αυτή του φωτός » .

Παρίσι – Βερολίνο
Η μαθητεία αλλά και το οδοιπορικό ζωής του απλώνεται από την Ιταλία στη Γαλλία και τη Γερμανία. Ποια πόλη τον συγκίνησε περισσότερο, αλλά κ ποιοι από τους καλλιτέχνες που συνάντησε τον γοήτευσαν; «Το Παρίσι κ το Βερολίνο για διαφορετικούςλόγους .Στο πρώτο βίωσα τα σύγχρονα καλλιτεχνικά ρεύματα, που με βοήθησανι ξεφύγω από τους ακαδημαϊκούς κ να γίνω ελεύθερος. Στο δεύτερο έζησα τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα του αιώνα μας . Ανάμεσα στους καλλιτέχνες που είχα την τύχη να γνωρίσω σ’ αυτό οδοιπορικό ήταν ο Φράνσις Μπέικον. Τις λίγες φορές που συναντηθήκαμε, χωρίς να λέει πολλά, ένιωθα τη μεγαλοσύνη του μέσα από την απλότητα που κινούνταν στο χώρο. Ακόμη κ στο χάος, έβλεπε τον Μπέικον να αισθάνεται άνετα. Είχε μια δύναμη στην έκφραση του, που έκανε όλους μας τον εκτιμούμε όχι μόνο ως καλλιτέχνη αλλά και ως άνθρωπο. Γνώρισα ακόμητον Αγγλο Τόνι Κραγκ, που πέρα από το ότι τον θεωρώ μεγάλο γλύπτη, είχα την τύχη να νιώσω τη φιλοξενία του. Αργότερα ήρθε στο εργαστήρι μου στο Βούπερταλ όπου αφηγηθήκαμε τις εντυπώσει μας ως δυο ξένοι στην ίδια πόλη».

Το τείχος
Η πτώση του τείχους βρήκε τον Ξένο να κατοικεί στο Βερολίνο. Πόσο αλήθεια τον επηρέασε και πώς μετουσιώθηκε αυτό στη δουλειά του;
«Για μένα η πτώση του τείχους σήμαινε την απαρχή ενός νέου κόσμου χωρίς όρια, με σεβασμό στις ιδιαιτερότητες των πολιτισμών, γεγονός που εννοιολογικά επηρέασε τη ζωγραφική μου. Δημιούργησα εκείνη την εποχή τα “Τοπία ραγδαίας εξέλιξης”, μια εικαστική σειρά όπου όλα συνυπάρχουν χωρίς να ενοχλεί το ένα το άλλο, κάτι που θεωρώ άλλωστε και κοινωνικό μοντέλο».

Στην Πέργαμο
Έργα του καλλιτέχνη έχουν φιλοξενηθεί σε μεγάλα μουσεία, ανάμεσα τους και στο Μουσείο της Περγάμου, στο πάλαι ποτέ Ανατολικό Βερολίνο. Πώς αισθάνθηκε ένας νεοέλληνας καλλιτέχνης δίπλα στα μοναδικά αρχαιοελληνικά γλυπτά;
« Η λάμψη που εξέπεμπαν τα ελληνικά γλυπτά αποδείκνυε γιατί έφτασαν στην τελειότητα. Η συνύπαρξη των αρχαίων κομματιών με τα σύγχρονα αποδείκνυαν επίσηςότι η μια τέχνη είναι συνέχεια της άλλης. Κάτι σαν τη μυθολογία: Η βάση του μύθου είναι η ίδια, όμως οι τόποι και οι εποχές δημιουργούν τις διαφοροποιήσεις »