της Βιβής Βασιλοπούλου
Ο Γ. Ξένος επιστρέφει στο Επιγραφικό Μουσείο για μία έκθεση με έργα Σύγχρονης Εικαστικής Γραφής ανάμεσα σε θραύσματα της αρχαίας επιγραφικής. Αυτή η περίπτυξη που πριν μερικά χρόνια θα χαρακτηριζόταν ως ασύμβατη, τολμηρή ή και απαγορευμενη, τωρα εχει γινει αυτονοητη και κατα
κάποιο τρόπο επιβεβλημένη από τα πράγματα, που έχουν ξεπεράσει παλιές αντιλήψεις και taboo.
Δεν έχουν περάσει και τόσα πολλά χρόνια από τότε που ο Ad Reinhardt έλεγε πως «θα πρέπει να είναι κανείς τρελός για να ζητήσει σ’ ένα Μουσείο οτιδήποτε άλλο εκτός από τα εκθέματά του».
Σήμερα ξέρουμε πολύ καλά ότι ο σύγχρονος επισκέπτης αναζητά ένα σωρό άλλα πράγματα, μαζί με τα εκθέματα. Ένα πράγμα πάντως είναι βέβαιον ότι έχει μάθει πλέον να αναζητά την σύγχρονη τέχνη και στα αρχαιολογικά Μουσεία ως συνέχεια, διάλογο ή και αντίλογο.
Σήμερα ένα Μουσείο εκτός από τα μόνιμα και περιοδικά εκθέματα, δέχεται “επισκέπτες -εκθέματα”, από άλλο χώρο και άλλο χρόνο… άλλη εποχή. Στην περίπτωση των έργων του Γ. Ξένου είναι σπουδαίο να διαπιστώνουμε ότι παρόλο που τα χωρίζουν 2500 χρόνια τα συνεκθέματα μπορούν και αναγνωρίζονται μεταξύ τους γιατί μιλάνε την ίδια γλώσσα.
Η σχέση του Γ. Ξένου με το Επιγραφικό Μουσείο αριθμεί πολλά χρόνια. Από την εποχή που ήταν μαθητής. Το μέσο διάστημα έγινε σιωπή και ύστερα η αναμονή πήρε χρόνο και σχήμα. Γέμισε χαρακτήρες και γράμματα το πεδίο της δράσης του. Η Γραφή χάραξε τη μνήμη και το χαρτί και αυτό γέμισε φωνές από φωνήεντα και σύμφωνα, με τη σύμφωνη γνώμη της Ιστορίας της Γραφής και της Ιστορίας Τέχνης.
Ο πολιτισμός του ανθρώπου είναι το ίχνος του. «Γιατί άλλο ερχόμαστε στη Γη παρά για να αφήσουμε ίχνη;»ρωτάει ο Umberto Eco. Και η απάντηση έρχεται από έναν επίσης Ιταλό συγγραφέα: τον Antonio Tabuchi. Πρόσφατα στο Μέγαρο plus. «Όλοι αφήνουμε ίχνη», είπε. Οι ισχυροί και οι ευλογημένοι εντονότερα και βαθύτερα. ΗΙστορία και η Φύση επιλέγει ποια θα διατηρήσει. «Είμαστε από πηλό και έτσι μπορούν και οι άλλοι να αφήνουν τα ίχνη επάνω μας.» Είμαστε από μέταλλο για να χαράσσουμε τα ίχνη μας στη Γη.
Ο Γ. Ξένος εγγράφει εδώ τη δική του άποψη. Μία ιστορία τόσο μικρή για να χωράει στις αίθουσες ενός Μουσείου, αλλά και τόσο μεγάλη για να συνομιλεί με τις αρχαίες στήλες και τις επιγραφές του Μουσείου, τον σκληρό δίσκο της πληροφορίας, όπως λέει ο ίδιος.
Θεωρητικοί παλιότερα έχουν αποκαλέσει το Μουσείο Φυλακή για τα εκθέματα. Ωστόσο επιλογές όπως αυτή αποδεικνύουν το αντίθετο. Όταν δηλαδή ένα αρχαιολογικό Μουσείο δεν στερεί από τα αρχαία ευρήματα τη δυνατότητα να «συνομιλούν» ελεύθερα με τόσο νεότερες γενιές έργων τέχνης, συμμετέχει και το ίδιο σε μία Δράση ελευθερίας
Η πορεία από την φόρμα στην… information, η συλλογή και η παραγωγή πληροφορίας είναι η κινητήρια δύναμη για ένα μουσείο που αναθεωρεί -αναστοχάζεται είναι ο σύγχρονος όρος-το ρόλο του και κυρίως τα όρια του.
Παρακολουθώ χρόνια τη δουλειά του Γ. Ξένου. Ομολογώ ότι αυτή η πτυχή ήταν αποκάλυψη για μένα και χαίρω ιδιαίτερα γιατί η ιδέα που είχαμε βρήκε στέγη στο επιγραφικό Μουσείο.
Εδώ πρέπει να πούμε ότι δεν πρόκειται για έργα που έγιναν για την έκθεση και ήρθαν εκ των υστέρων στο Μουσείο για να ζητήσουν συνομιλία, αλλά για εκείνα που δημιουργήθηκαν σε μια σχέση ζωτικής διάδρασης, interaction, με το Μουσείο. Η μακρόχρονη σχέση του Γ. Ξένου με το Επιγραφικό Μουσείο, δεν αποτελεί βιογραφικό στοιχείο. Είναι βιωμένη εμπειρία.
Ιδεογραμματική αλλά και συλλαβική η γλώσσα του Γ. Ξένου συμπυκνώνει εικόνες από το πεδίο του αισθητού για να συνθέσει ένα υπερβατικό ασκητικό κείμενο, ανεξάρτητα από την υλική φύση των αντικειμένων.
Είναι από υλικά που είναι φτιαγμένα τα πιο αισιόδοξα όνειρα της ζωγραφικής αλλά και οι εφιάλτες της. Από ιδέες, δημιουργική ενέργεια και λέξεις, εικαστικές και άλλες. Από καταφάσεις και ακυρώσεις.
Η τέχνη και η Γραφή με κοινή καταγωγή από το ίχνος είναι «σιωπηλή» αλλά διαρκώς παρούσα και σημαίνουσα διερμηνεύοντας νοήματα και προδιαγράφοντας τον σημασιολογικό της ορίζοντα!!!
Προσωπικά πιστεύω ότι δεν χρειάζεται διαμεσολαβητής ανάμεσα στον θεατή και σε ένα έργο τέχνης. Κι όμως «είναι αναγκαίο να μιλάμε για ένα έργο σύγχρονης τέχνης λέει, ο Andre Breton».
Και αυτό ίσως έχει να κάνει από μία πλευρά με τη μετάβαση από την forma στην information, στην πληροφορία που είπαμε παραπάνω. Δηλαδή όσο πιο πολύ απομακρύνεται ένα έργο τέχνης από μία αναγνωρίσιμη φόρμα -μορφή και μεταβαίνει σ’ένα νοητικό επίπεδο, τόσο περισσότερο χρειάζεται η πληροφορία γι’αυτό.
Έτσι θα έλεγα ότι και αυτή η ενότητα έχει χαρακτηριστικά του συνόλου του έργου του Γ. Ξένου. Γραφή άμεση αλλά και τελετουργική εμπνευσμένη έως δαιμονία πολλές φορές, μυητική, με εσωτερικό ρυθμό, αντιστίξεις υφέσεις και διέσεις όπως η μουσική, ηχηρή αλλά και σιγώσα, είναι ταυτόχρονα προτρεπτική για συνομιλία αλλά και αποτροπαική για τους αμύητους. Μίνιμαλ και μνημειακή. Μία δουλειά που προέρχεται ex anima , ex anima artis από την ψυχή της τέχνης και του δημιουργού της και ηχεί σαν χρησμός όπου η λέξη κρύπτεσθαι φιλεί.
Και από αυτή την άποψη το έργο του Ξένου είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Σημαίνει πολλά. Από πολιτισμική άποψη είναι και βαθύτατα συνειδητοποιημένο αφού επιλέγει την ελληνική γλώσσα για την διαμόρφωση της δικής του εικαστικής γλώσσας. Είναι εκτός των άλλων ένα μάθημα ανα Γραφής. Στο οποίο καλούμεθα να γίνουμε αναγνώστες.